Τριγυρνώντας στην Αθήνα
Ήταν καιρός μου να χαλαρώσω, να αρχίσω να βγαίνω για μένα κι όχι για τους άλλους, να βλέπω και να ακούω, να αφουγκράζομαι λίγο από τον κόσμο που κινείται γύρω μας και για τον οποίο τίποτα δεν αντιλαμβανόμαστε - δεν προλαβαίνουμε ή δε θέλουμε..
Τρίτη βραδάκι,ποτάκι σε ήσυχο μπαρ.. Ζευγάρι κάθεται δίπλα που βρίσκονται σε φάση αναγνώρισης, το παιχνίδι είναι διάχυτο, γελάκια και πειράγματα, ιστορίες από τη ζωή τους, την προσχολική, τη γυμνασιακή, τη πανεπιστημιακή..Η κοπέλα έχει τον αέρα της άνετης,κοινωνικής,easy-going και το αγόρι φαίνεται να κρέμεται από τα λόγια της, το πρόσωπο της, δεν έχει κοιτάξει πουθενά.. Αυτή παίρνει την πρωτοβουλία και παρεμβαίνει στο παιχνίδι μιας παρέας, που πετάνε βελάκια.. Από την άλλη μεριά η σερβιτόρα έχει ανησυχίες για την εντύπωση που βγάζει στον κόσμο όταν τη γνωρίζουν, και η γυναίκα πίσω από το μπαρ διαδραματίζει το ρόλο του ψυχαναλυτή..Έχει, τόσα χρόνια, μάθει να ακούει και να απάνταει με αλήθειες.. Και μετά πελάτες γνωστοί καταφτάνουν και ξεκινούν συζητήσεις στη μητρική τους γλώσσα με τη ψυχο-μπαργουμαν, πώς ήρθαν Ελλάδα και άφησαν τη ζωή τους πίσω..Τα βελάκια από τη αντίθετη μεριά τελείωσαν και βρέθηκαν να πίνουν όλοι μαζί μπύρες, χαλώντας έτσι το πιθανό ειδυλλιακό σκηνικό που είχε στο μυαλό του το αγόρι..Φωνές κι ομιλίες παντού κι εγώ στη μέση..
Προσπαθώντας να αδειάσω τις σκέψεις καταλήγω να τις γεμίσω πιο πολύ.
Κυριακή, ξυπνάω σε σπίτι φίλης, μου φτιάχνει καφέ, με φιλάει και μου λέει καλημέρα..τι πιο γλυκό κι όμορφο..Κι ας με ξύπνησε από τα άγρια χαράματα (10.00 ;P) κι ας μου ζήτησε να την πάω στη δουλειά της..όλα είναι μηδαμηνά μπροστά στο μεγαλείο της προσφοράς..
Βρίσκομαι στους δρόμους του Μοναστηρακίου μεσημέρι, ήλιος να βαράει, μουσική να ακολουθεί και τα μάτια ταξιδεύουν ανάμεσα στα μικρά, τα άχρηστα, τα παλιά, τα ξεθωριασμένα, που όλα μαζί συνθέτουν μια διαφορετικά όμορφη εικόνα, "του ξεχασμένου".. Αντικείμενα που έχουμε πετάξει κατα καιρούς στα σκουπίδια, αραδιασμένα πάνω σε πανιά στο δρόμο , τοποθετημένα και τακτοποιημένα σα να προέρχονται από κάποια σπάνια συλλογή, αποκτούν έτσι μια λάμψη που δε μπορούσες να τη φανταστείς, αποκτούν αξία..Χάνομαι στο πλήθος, στρίβω παίρνω μια εφημερίδα και ψάχνω απεγνωσμένα μια γωνιά για ένα καφέ..Στο δρόμο μου ένας "παπατζής" προσπαθεί να ξεγελάσει τον κόσμο, κάθονται κάποια τσιράκια του και ποντάρουν και φαίνεται ότι χάνουν..10 στις 10 φορές είχα βρει που είναι το φύλλο, αλλά ένας κυριούλης με συγκράτησε στο να ποντάρω/ καθώς και το γεγονός ότι δεν είχα λεφτα..Του έδωσα το ένθετο της εφημερίδας και έκατσε για καφέ παραδίπλα.."Ο τζόγος είναι άτιμος!"
Φτάνω σπίτι παίρνω κρασί, επιτραπέζιο και καφέ και βουρ στο εξοχικό φίλης, μέσα στο πράσινο, στο βουνό με παγωνιά..Κάναμε καμιά ώρα να ανάψουμε το τζάκι, αλλά το αποτέλεσμα μας αποζημίωσε στο μέγιστο..Κι απο κει ψηλά, καμιά επαφή με τον πολιτισμό, η Αθήνα φαινόταν μια φωτεινή καμπύλη,μια γραμμή με κουκίδες, που όλες ενώνονται κατά κάποιο τρόπο και υπογραμμίζουν τη μαγεία, τόσο ξένη αλλά και τόσο οικεία..